Το άκρον της γελοιότητας επιστρατεύει πλέον ο πολιτικός λόγος του νεοφιλευθερισμού
Αναδημοσίευση από εδώ.
H Mαριέττα Γιαννάκου έμεινε γνωστή σαν την υπουργό παιδείας που ξεσήκωσε εναντίον των μεταρρυθμίσεων της το, ιστορικό πια, κύμα των καταλήψεων του 2006-2007, μία από τις μεταλύτερες φοιτητικές κινητοποιήσεις της μεταπολίτευσης. Πλέον θα μείνει γνωστή και ακόμα χυδαία απόπειρα χειραγώγησης της ιστορίας.
Με αφορμή την δήλωση του Κοντόνη για την μη συμμετοχή του στο Διεθνές Συνέδριο με θέμα: «Η κληρονομιά στον 21ο αιώνα των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από τα κομμουνιστικά καθεστώτα», στις 23 Αυγούστου, στο Ταλίν, στο πλαίσιο της Εσθονικής Προεδρίας του Συμβουλίου της EE, η Γιαννάκου, παροπλισμένο στέλεχος της ΝΔ, δήλωσε πως:
και συνέχισε την λογική υπέρβαση, προσθέτοντας:
Γνωρίζοντας το ποιόν και τις πολιτικές της κας Γιαννάκου, μπορούμε να πούμε, με λύπη, πως δεν περιμέναμε κάτι καλύτερο από την γυναίκα που, όπως ανέφεραν τα τότε συνθήματα, βλάπτει σοβαρά την παιδεία.
Πηγή: toperiodiko.gr - 21 Αυγούστου 2017
Αναδημοσίευση από εδώ.
.
Την Τετάρτη 23 Αυγούστου διοργανώνεται συνέδριο στην πρωτεύουσα Ταλίν της Εσθονίας, στο πλαίσιο της «Ευρωπαϊκής Μέρας Μνήμης για τα θύματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων», που έχει καθιερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η εκδήλωση στη χώρα στην οποία οι συνεργάτες των ναζί τιμώνται από την κυβέρνηση ως «αγωνιστές της ελευθερίας» εντάσσεται στις εντεινόμενες και σχεδιασμένες προσπάθειες εξίσωσης του κομμουνισμού με το ναζισμό που στηρίζεται από επιτελεία της ΕΕ.
Σε αυτόν τον άξεστο και χυδαίο αντικομουνισμό υπερθεματίζει η ναζιστική Χρυσή Αυγή και συμβαδίζει ανοιχτά πλέον η ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.
Η επιχείρηση έχει τη δικιά της ιστορία.
Η πολιτική αυτή πράξη ξεκινά από παλιά με συντονισμένες ενέργειες, άλλοτε επιτυχημένες και άλλοτε όχι. Το εναρκτήριο λάκτισμα δίνεται στην ουσία στις 6 Ιουνίου του 1986, όταν στη Frankfurter Allgemeine Zeitungδημοσιεύεται το άρθρο με τίτλο «Παρελθόν, το οποίο δεν θέλει να παρέλθει» και προκάλεσε το ξέσπασμα της περίφημης «διαμάχης των ιστορικών» (Historikerstreit).
Η ουσία της διαμάχης έγκειται στην απόπειρα απάντησης στο ερώτημα, εάν ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον φασισμό (ιδιαίτερα τον εθνικοσοσιαλισμό) είχε υπάρξει μια σχέση πρωτοτύπου και αντιγράφου, και εάν ήταν πιθανή μια «αιτιώδης συνάφεια» ανάμεσα στα μέτρα εξόντωσης των δύο καθεστώτων.
Αλλά η διαμάχη έμενε στο χώρο των πανεπιστημίων.
Το 2004 όμως αποτελεί έτος κλειδί. Οι ηγεσίες των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες μόλις μπήκαν στην ΕΕ (Τσεχία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβενία και Σλοβακία) καταδίωκαν με διάφορους τρόπους καθετί «κομμουνιστικό». Στις χώρες της Βαλτικής και τη Ρουμανία απαγορεύεται η δράση των κομμουνιστικών κομμάτων, μνημεία του σοβιετικού παρελθόντος έχουν καταστραφεί, αγάλματα συνεργατών των ναζί ανασύρονται. Στην Ουγγαρία και την Πολωνία απαγορεύεται η χρήση «κομμουνιστικών συμβόλων».
Οι συσχετισμοί αλλάζουν.
Στηριγμένοι στον εκφυλισμό, κυρίως, της πρώτης προσπάθειας της ανθρωπότητας περάσματος στον αμέσως επόμενο σχηματισμό, τον κομμουνισμό, στην ιστορική προσωπικότητα του Στάλιν όπως αυτή εξελίχθηκε, αλλά και στην αντιμετώπιση της προσωπικότητας μέσα στο συλλογικό, επιχειρούν να ταυτίσουν τον κομμουνισμό με το φασισμό, να ανακόψουν ταυτόχρονα την κριτική αποτίμηση της ιστορίας από τη σκοπιά των μελλούμενων απελευθερωτικών κοινωνικών επαναστάσεων, να παγιώσουν στη συνείδηση του σύγχρονου ανθρώπου ως αιώνια μοίρα του την κοινωνία της αγοράς, των ανισοτήτων, της εκμετάλλευσης και των πολέμων.
Το επιχειρούμενο χτύπημα είναι τριπλό.
Το Φεβρουάριο του 2004 το 16ο Συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) ενέκρινε για πρώτη φορά ψήφισμα με το οποίο ζητούσε από την Ε.Ε. «να υιοθετήσει επίσημη δήλωση για τη διεθνή καταδίκη του Ολοκληρωτικού Κομμουνισμού» και καλούσε στη θέσπιση μιας «ημέρας των θυμάτων» των καθεστώτων αυτών.
Τον Οκτώβριο του 2006, με αφορμή τα 50 χρόνια από τα γεγονότα της Βουδαπέστης, το ευρωκοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα σύμφωνα με το οποίο «η δημοκρατική κοινότητα πρέπει να απορρίψει κατηγορηματικά την καταπιεστική και αντιδημοκρατική κομμουνιστική ιδεολογία».
Στις 19 Απριλίου του 2007, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τη Δικαιοσύνη και τις Εσωτερικές Υποθέσεις, με πρόεδρο τον τότε υπουργό Εσωτερικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αποφάσισε να αναθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διοργανώσει «μια δημόσια ακρόαση σχετικά με εγκλήματα γενοκτονίας, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από ολοκληρωτικά καθεστώτα». Η ακρόαση αυτή διοργανώθηκε έναν χρόνο μετά, το 2008, από τη σλοβενική προεδρία με την παρουσία του τότε προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, και τη συμμετοχή αξιωματούχων από την Εσθονία, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία, την Πολωνία και την Ισπανία.
Η πλειονότητα των θεματικών ακροάσεων αφορούσε τον κομμουνισμό, ενώ στην έκθεση υπήρχε ολόκληρο κεφάλαιο για την «ανάγκη ίσης αντιμετώπισης των ναζιστικών και σοβιετικών εγκλημάτων».
Επιπλέον το Νοέμβριο του 2013 το Ευρωκοινοβούλιο ενέκρινε τον κανονισμό του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος «Ευρώπη για τους πολίτες», για την περίοδο 2014-2020, που κινούνταν στο πλαίσιο της εξίσωσης του κομμουνισμού με τον ναζισμό. Το σχέδιο λοιπόν εντείνεται.
Όλες οι εξελίξεις δείχνουν πως ο σημερινός, ύστερος, καπιταλισμός, δεν έχει πλέον να προσφέρει παρά μόνο τη διαρκή ψυχοσωματική φθορά και την αποξένωση του εργάτη, τη βλάβη και τη φθορά στη φύση, την παρόξυνση των αντιθέσεων και αντιφάσεων του.
Οι ίδιοι γνωρίζουν πως ωριμάζει επομένως μια ανώτερη αναμέτρηση στην ιστορία των ταξικών αγώνων, ανοιχτή σε πολλαπλές και απρόβλεπτες παραλλαγές, αλλεπάλληλα αγωνιστικά επεισόδια και κοινωνικές εκρήξεις και ενδιάμεσες ανακωχές, που θα περιστρέφονται αμείλικτα γύρω από δύο βασικά, αντίθετα και ασυμφιλίωτα ενδεχόμενα, ή αυτοί ή εμείς.
Γι αυτό και ενεργοποιούν μια πρωτοφανή ιδεολογική μηχανή.
Ανάμεσα στα άλλα η αστική τάξη επιστρέφει στο πιο ευμετάβλητο, το παρελθόν, για να το διαμορφώσει σε δικιά της βάση συνολικής εξόρμησης και διαμόρφωσης του μέλλοντος.
Αλλά ακριβώς γι αυτό η αντιμετώπιση της επιχείρησης εξισωτισμού κομμουνισμού - φασισμού οφείλει να γίνεται από τη σκοπιά της συνολικής στρατηγικής του εργατικού κινήματος και σε όφελος της τρέχουσας δράσης.
Ας ανατρέξουμε λοιπόν στις πηγές.
Για τη σχέση σοσιαλισμού, κομμουνισμού, ναζισμού είχε μιλήσει ο ίδιος ο Χίτλερ.
«Ο σοσιαλισμός δεν είναι ίδιος με τον κομμουνισμό.Ο μαρξισμός δεν είναι σοσιαλισμός.Οι μαρξιστές οικειοποιήθηκαν τον όρο διαστρεβλώνοντας τη σημασία του.Εγώ θα δώσω τον σοσιαλισμό πίσω στους σοσιαλιστές. Ο σοσιαλισμός είναι ένας παλαιός, άριος και γερμανικός θεσμός. Οι πρόγονοί μας ζούσαν σε ορισμένα εδάφη και καλλιεργούσαν την ιδέα του κοινού καλού. Ο μαρξισμός δεν μπορεί να θεωρείται σοσιαλισμός. Αντίθετα με τον μαρξισμό, ο σοσιαλισμός δεν απορρίπτει την ιδιωτική περιουσία. Αντίθετα με τον μαρξισμό, δεν καταργεί την προσωπικότητα του ατόμου.Αντίθετα με τον μαρξισμό, ο σοσιαλισμός είναι πατριωτικός. ..Δεν είμαστε διεθνιστές· ο δικός μας σοσιαλισμός είναι εθνικός. Απαιτούμε από το κράτος να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα των παραγωγικών τάξεων με γνώμονα τη φυλετική αλληλεγγύη.Για μας κράτος και φυλή είναι το ίδιο πράγμα».
Αυτά έλεγε ο Χίτλερ.
Οι καιροί αλλάζουν.
Οι τωρινές πολιτικές επιδιώξεις της ΕΕ και των διαφόρων κομμάτων υπερφαλαγγίζουν ακόμη και τις προσεγγίσεις του Χίτλερ.
Ως όπλο χρησιμοποιούν την αποσιώπηση των διακηρυγμένων αρχών του φασισμού – ναζισμού.
Ο φασισμός τοποθετεί το έθνος υπεράνω κάθε αξίας αφού πριν το ορίσει αποκλειστικά βάσει βιολογικών, χαρακτηριστικών στα οποία προσθέτει πολιτισμικές και ιστορικές ιδιότητες.
Η αντίληψη περί επιβίωσης του καταλληλότερου και ισχυρότερου (κοινωνικός δαρβινισμός) εξελίχθηκε και εδραιώθηκε στις φασιστικές ιδεολογίες. Στη βάση αυτή πρεσβεύουν ότι η αδυναμία και η ανικανότητα δεν πρέπει να γίνονται ανεκτές και ότι μόνο ο ανταγωνισμός και η σύγκρουση εγγυάται την ανθρώπινη πρόοδο του δυνατότερου επί των αδυνάτων.
Ο ναζισμός, ειδικά, κυριαρχείται από την ιδέα της υπεροχής της άριας φυλής καθώς και την αντίληψη ότι η ανάμιξη των φυλών έχει ολέθρια αποτελέσματα. Ιδέα που οδήγησε στη προστασία της αποκαλούμενης «αγνότητας του αίματος» και στους νόμους της Νυρεμβέργης οι οποίοι απαγόρευαν το γάμο μεταξύ Γερμανών και ξένων διαφορετικής φυλής.
Εκεί εντάχθηκε και το ζήτημα των Εβραίων καθώς αυτοί θεωρούνταν αποσυνθετικό στοιχείο για την κοινωνία και κατώτερη φυλή. Έτσι οι ναζί σχεδίασαν την εξόντωση («Τελική Λύση», Endlösung) όλων των Εβραίων τόσο στη Γερμανία όσο και στις κατεχόμενες χώρες που οδήγησε στον θάνατο περίπου 6.000.000 Εβραίων.
Στα ίδια πλαίσια δεν δίστασαν να προχωρήσουν στην εκπόνηση επίσημου προγράμματος ευγονικής της ναζιστικής Γερμανία, το Ευθανασία T-4, που τέθηκε σε εφαρμογή με απόφαση του Χίτλερ και οδήγησε στην εξόντωση πάνω από 200.000 ανθρώπων αναπήρων, ψυχικά ασθενών και εγκληματιών. Ατόμων που έπασχαν από ειδικές κληρονομικές ασθένειες οι οποίες προκαλούν φυσικά και ψυχικά τραύματα στους απογόνους.
Τέτοιες, σύμφωνα με τον νόμο της 14ης Ιουλίου 1933, θεωρήθηκαν: Η εκ γενετής μωρία, η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή, η Επιληψία, η Νόσος του Χάντινγκτον, η Κληρονομική κώφωση, η Κληρονομική τύφλωση, οι σοβαρές κληρονομικές παραμορφώσεις!!!
Ακόμη και η στρατηγική του Χίτλερ για την παγκόσμια κυριαρχία της Γερμανίας που βασιζόταν στη θεωρία του «ζωτικού χώρου» (Lebensraum) αποκτούσε νόημα κατά τους ναζί μόνο όταν αυτός διεκδικείται από μία ανώτερη κοινωνία στην οποία οι κατώτερες φυλές θα έπρεπε να εκδιωχθούν, να υποταχθούν ή να καταστραφούν.
Στα πλαίσια των ιδεών περί «αίματος και γης», ψηφίστηκε, το 1933, ο Νόμος για την κληρονομική μεταβίβαση της αγροτικής γης (Reichserbhofgesetz). Επιλεγμένες εκτάσεις κηρύχθηκαν κληρονομικές και απαγορευόταν να αλλάξουν ιδιοκτήτη ή να υποθηκευούν. Κληρονομικό δικαίωμα στη γη θα είχε μόνο ο νεότερος γιος, εκτός από τις περιοχές όπου το εθιμικό δίκαιο ήδη το έδινε στον πρωτότοκο. Αν δεν υπήρχαν γιοι, προτεραιότητα στην κληρονομιά είχαν οι αδελφοί και οι ανεψιοί του θανόντα, σε βάρος των θυγατέρων του.
Ο φασισμός επιπλέον αρνείται την πάλη των τάξεων. Η άρνηση αυτή τον οδηγεί να λειτουργεί ως ανάχωμα εναντίον του εργατικού κινήματος, προς όφελος της κυριαρχίας των κεφαλαιοκρατών και της αστικής τάξης. Γι αυτό και όπου κυβέρνησαν φασιστικά κόμματα κατέστειλαν με ωμή βία τις απεργίες των εργαζομένων των χωρών αυτών, συνέτριψαν τις εργατικές συλλογικότητες (σωματεία, συνδικάτα, κόμματα).
Όπως είναι επόμενο όπου κυβέρνησαν φασιστικά/εθνικοσοσιαλιστικά κόμματα αυτό που έγινε δεν ήταν η συνένωση ή η συνεργασία μεταξύ των τάξεων, αλλά η πλήρης υποταγή της εργατικής τάξης στους γερμανούς καπιταλιστές. Η ανισότητα του εισοδήματος στη Γερμανία παρέμεινε ισχυρή και ανεξέλεγκτη, οι πραγματικοί μισθοί έπεσαν κατά 25% από το 1933 στο 1938, οι εργάτες δούλευαν για 43 ώρες την εβδομάδα μέχρι το 1939 και 47 ώρες μετά, η ανεργία μειωνόταν μόνο τεχνητά λόγω της απαγόρευσης της εργασίας των γυναικών.
Εκεί, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της γερμανικής μπουρζουαζίας, είχε τη βάση του και ο αντισημιτισμός, αφού ο εβραϊκός πληθυσμός κατείχε μεσαίες επιχειρήσεις και ανέκοπτε την περαιτέρω συγκέντρωση πλούτου προς τα μεγαλοαστικά στρώματα. Αυτό ήταν και ο λόγος για τον οποίο στη Νύχτα των Κρυστάλλων οι ναζί της Γερμανίας επιτέθηκαν και στα εβραϊκά καταστήματα, σπάζοντας και λεηλατώντας.
Οι αρχές επομένως του φασισμού έρχονται σε ευθεία σύγκρουση τόσο με τις αρχές του κομμουνισμού όσο και του κλασικού ανθρωπισμού όπως διατυπώνεται στις διακηρύξεις του ΟΗΕ.
Αντίθετα η κοινωνία και το κίνημα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης αναδείχθηκε ως αυτό που είναι. Ως η πρωτότυπη συλλογική δημιουργία των λαϊκών δυνάμεων που προσπαθούν να οικοδομούν θεσμούς, οργανώσεις, αξίες, πολιτισμό που εναρμονιζόταν με τις ελπίδες του κόσμου για δικαιοσύνη, ισότητα, αλληλεγγύη, κατάργηση κάθε εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Στις αρχές του αναγράφεται πως είναι ο «συνεταιρισμός όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι όρος για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων» για τη δημιουργία μια κοινωνίας με όλη τη σημασία του όρου, πως η θεμελιώδης αρχή μιας ελεύθερης ατομικής ανάπτυξης, των ιδιαίτερων αναγκών και ικανοτήτων του καθενός και της καθεμιάς, είναι όρος και προϋπόθεση για την καθολική ανάπτυξη του ανθρωπίνου είδους.
Ο κομμουνισμός είναι το αντίθετο κάθε φαινομενικής «προόδου» που βιώνουμε στις σημερινές κοινωνίες, όπου το κάθε τι είναι εμπόρευμα και έχει ως αντίτιμο την οπισθοδρόμηση και εκμετάλλευση, την αλλαγή της μορφής της υποδούλωσης.
Η σύγκριση είναι συντριπτική.
Γι αυτό και προσπερνούν τις διακηρυγμένες αρχές του κομμουνιστικού κινήματος και επιλέγουν να τοποθετηθούν συνολικά επί του κομμουνισμού δια του «σταλινισμού» «τσουβαλιάζοντας» διαφορετικές περιπτώσεις και ιδεολογικές πτυχές του κομμουνιστικού κινήματος.
Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα!
Ναι υπήρξαν διώξεις μέσω του συλλογικού ΚΚΣΣΕ και δια του Στάλιν και μάλιστα των επαναστατών μπολσεβίκων. Οι διώξεις έγιναν γιατί τελικά το στρώμα που κυβερνούσε μέσω των ειδικών σχέσεων με το κράτος αποσπούσε υπεραξία από τους εργάτες, και αποσπώμενο βαθμιαία από αυτούς δρούσε στο όνομα της εργατικής τάξης και επ’ αυτής λειτουργώντας ως ένα ιστορικά ανέκδοτο εκμεταλλευτικό στρώμα.
Ναι από ένα σημείο και μετά αυτή η πρώτη προσπάθεια αντιστράφηκε, εκφυλίστηκε.
Γιατί είχαν να περάσουν απάτητες διαδρομές, γιατί οι επαναστάσεις σε Γερμανία, Ουγγαρία, Αυστρία ηττήθηκαν νωρίς, γιατί είχαν προγραμματικά κενά, γιατί…
Άλλο όμως τα ιστορικά γεγονότα και άλλο οι παραχαράξεις τους. Γιατί αν πιστέψουμε στους γράφοντες και αθροίσουμε τα θύματα θα βγουν περισσότερα από τον τότε πληθυσμό της ΕΣΣΔ.
Το κύρος εξάλλου και η δυναμική της Οκτωβριανής επανάστασης, η οποία χώρισε το χρόνο στο πριν και στο μετά από αυτήν, ήταν τόση που ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες οδήγησε στη συντριβή του φασισμού με τα 40 εκατομμύρια θύματα της ΕΣΣΔ προκειμένου να ζει δίχως τους Ναζί η ανθρωπότητα, στο θρύλο του Στάλινγκραντ τη μάχη του οποίου παρακολουθούσε με κομμένη ανάσα όλη η ανθρωπότητα.
Και αυτά δεν αλλάζουν, δεν εκχωρούνται, δεν παραχαράσσονται!
Εξάλλου για όλα αυτά και σε όλα αυτά αξίζουν οι σύγχρονες απαντήσεις, η συλλογική και ατομική προσφορά για μια νέα ταυτότητα, επανεκκίνηση και αυτοπεποίθηση της Αριστεράς και του κομμουνισμού του 21ου αιώνα.
Και αυτό αργά ή γρήγορα θα γίνει.
Οι συσχετισμοί αλλάζουν οι τοποθετήσεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ακροδεξιάς αναπροσαρμόζονται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δια του υπουργού δικαιοσύνης Κοντονή αρνείται να πάρει μέρος στην εκδήλωση της 23ης Αυγούστου του 2017, πράξη με θετικό πρόσημο. Την ίδια όμως στιγμή αλλοιώνει την πραγματικότητα και παρουσιάζει την αντικομουνιστική φιέστα στην Εσθονία σαν «παραφωνία» στις «αρχές» και τις «αξίες» της ΕΕ και όχι ως διακηρυγμένη επίσημη πολιτική της.
Η Ν.Δ. ωρύεται για την απόφαση Κοντονή. Παλιότερα όμως κορυφαία στελέχη της έχουν κρατήσει διαφορετική στάση γύρω από το θέμα. Στην αντίστοιχη ψηφοφορία της 2ας Απριλίου 2009 οι ευρωβουλευτές της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ προχώρησαν σε ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις. Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, ιστορικό στέλεχος της Ν.Δ., είχε ανακοινώσει στο σώμα πως «η ομάδα των ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, που ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, καταδικάζει απερίφραστα κάθε μορφή ολοκληρωτισμού και, παράλληλα, υπογραμμίζει τη σημασία που έχει να διατηρηθεί η μνήμη για το παρελθόν, κάτι που άλλωστε αποτελεί σημαντικό στοιχείο της Ιστορίας μας».
Αντέτεινε δε πως «οι όποιες αποφάσεις πλειοψηφίας του Κοινοβουλίου δεν είναι αρμόδιες να ερμηνεύσουν ιστορικά γεγονότα. Η αποτίμηση ιστορικών γεγονότων είναι αποκλειστικό έργο των ιστορικών και μόνο». Γι αυτό και γνωστοποιούσε πως οι ευρωβουλευτές της Ν.Δ. «καταλήξαμε στην απόφαση να απόσχουμε από την ψηφοφορία του κοινού ψηφίσματος για την ευρωπαϊκή συνείδηση και τον ολοκληρωτισμό».
Το ΠΑΣΟΚ είχε δώσει αρνητική ψήφο δηλώνοντας δια της εκπροσώπου του Μαριλένας Κοππά πως «Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ ψήφισε εναντίον διότι το ψήφισμα αυτό προχωράει σε ανεπίτρεπτη εξομοίωση ναζισμού και κομμουνισμού. Καταδικάζουμε τις αγριότητες τόσο του ναζισμού όσο και του σταλινισμού. Θεωρούμε όμως ότι η εξομοίωση που γίνεται δεν βοηθά στην κατανόηση της ιδιαιτερότητας καθενός από τα δύο ολοκληρωτικά αυτά καθεστώτα».
Τώρα η μετατόπιση είναι εμφανής, κανακεύουν το τέρας που βρίσκεται ξανά σε οργασμό.
Αλλά πίσω από όλα τούτα δεν παύει ακόμη και στις μέρες μας οι όροι «φασισμός» και «φασίστας» να χρησιμοποιούνται, καθ΄ υπερβολή, για κάθε άδικη, αντιδημοκρατική και βίαιη πράξη, ιδεολογία, συναίσθημα, συνήθεια στο χώρο της πολιτικής, της κοινωνίας, της οικογένειας, και των σχέσεων.
Αυτή ακριβώς η υπερβολή αποκαλύπτει όμως το βάθος και τις ρίζες της υπεροχής του κινήματος του χθες, υποκρύπτει ταυτόχρονα τις δυσκολίες που θα συναντά μπροστά της η αστική πολιτική από τους λαούς οι ποιητές των οποίων έγραψαν αυτό που αδυνατεί η παρακμάζουσα αστική τάξη να κατανοήσει:
«Ποιος ξέρει -ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να/ αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του άνθρωπου (...).»
Δες και το σχετικό άρθρο του Θ. Παπαρήγα στο kommon "Η ταξική φύση του ναζιστικού κόμματος στη Γερμανία"
Πηγή: kommon.gr - 22 Αυγούστου 2017
.... την δήλωση του Κοντονή για ....
ΑπάντησηΔιαγραφή... της ναζιστικής Γερμανίας.....
ΑπάντησηΔιαγραφή