Αναδημοσίευση από εδώ.
Εάν κάποιος πολιτικός χώρος στην Ελλάδα, είναι ιστορικά πιο κοντά στη Τοπική Αυτοδιοίκηση (Τ.Α.) είναι η Αριστερά. Όχι μόνο γιατί η έννοια της Αυτοδιοίκησης βρίσκεται στο πυρήνα της ιδεολογίας της αλλά και γιατί το έχει αποδείξει στη πράξη στη διάρκεια της ιστορίας της, τόσο στη περίοδο της Εθνικής Αντίστασης όσο και στους αγώνες που έχει δώσει μεταπολεμικά και μεταπολιτευτικά για να αποκτήσει ουσιαστικό ρόλο. Έχει αναδειχτεί κατά καιρούς σε μεγάλο αριθμό Δήμων Διοίκηση και την έχει ασκήσει τις περισσότερες φορές στη κατεύθυνση διεκδίκησης και απόσπασης λύσεων προς όφελος της λαϊκής πλειοψηφίας.
Όμως τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται μία σοβαρή υποχώρηση των δυνάμεών της όπου εκτός από το ΚΚΕ που έχει τη πλειοψηφία σε πολύ μικρό αριθμό Δήμων, έχει τεθεί στο περιθώριο των τοπικών κοινωνιών παρά τις αξιόλογες προσπάθειες ενός αριθμού τοπικών κινήσεων πόλης της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.
Είναι αναγκαίο σήμερα να εξεταστούν (και επανεξεταστούν) ορισμένες πλευρές αυτής της σχέσης, στάσης, αντιμετώπισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από την Αριστερά.
Θα σταθούμε κυρίως στη Πρωτοβάθμια Αυτοδιοίκηση, τους Δήμους, καθώς οι Περιφέρειες είναι διαφορετική περίπτωση και παίζουν ξεχωριστό ρόλο ως φορέας υλοποίησης κρατικών πολιτικών.
Αυτοδιοίκηση και κράτος
Πρώτο θέμα-ερώτημα που τίθεται και το οποίο καθορίζει και τη γενικότερη σχέση Αριστεράς-Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αφορά τη κατάσταση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σήμερα στα πλαίσια του αστικού κράτους, τις σημαντικές αλλαγές που έχει υποστεί τόσο η αυτοδιοίκηση όσο και το κράτος.
Η πρώτη διαπίστωση είναι πως η Τ.Α. έχει υποστεί μεγάλες μεταλλάξεις. Ιδιαίτερα τα τελευταία 20 χρόνια έχουν γίνει 2 διοικητικές μεταρρυθμίσεις («Καποδίστριας», «Καλλικράτης») ενώ αναμένεται να δούμε το είδος των αλλαγών που θα φέρει ο «Κλεισθένης ΙΙ (καθώς ο Κλεισθένης Ι δεν ήταν παρά εξειδίκευση του Καλλικράτη). Οι αλλαγές αυτές έχουν κινηθεί στη κατεύθυνση των διοικητικών μεταρρυθμίσεων που ζητούνται από την ΕΕ στο πλαίσιο της εφαρμογής του «Νέου Δημόσιου Μάνατζμεντ», δηλαδή την επικράτηση των 3 χρυσών κανόνων, αυτών της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της οικονομικότητας υπεράνω και σε βάρος όλων των άλλων αρχών, όπως της δημοκρατίας κλπ.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές συνίστανται στα εξής:
-Η Τ.Α. έχει υποστεί σημαντική συρρίκνωση στις δομές της. Ο «Καποδίστριας» το 1997 περιόρισε των αριθμό των Δήμων και Κοινοτήτων σε 1034, ενώ το 2010 ο «Καλλικράτης» σε 325.
-Έχει αναβαθμιστεί ο ρόλος της στο πλαίσιο του αστικού κράτους. Έχουν μεταφερθεί πλήθος αρμοδιοτήτων που ασκούνταν είτε κεντρικά από το μηχανισμό του κεντρικού κράτους είτε από τις Νομαρχίες.
-Οι διαδικασίες λειτουργίας των φορέων που απαρτίζουν το κρατικό μηχανισμό (οι λεγόμενοι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης) ενοποιούνται θεσμικά και κατ’ επέκταση δεν διαφέρουν λειτουργικά από το υπόλοιπο Δημόσιο.
-Αντικειμενικά ενισχύεται ο ρόλος της στη διαμόρφωση της οικονομίας, των καπιταλιστικών συμφερόντων σε τοπικό (και όχι μόνο) επίπεδο, καλείται να συμβάλλει στη μεταφορά σημαντικών τομέων στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» (ιδιωτικοποιήσεις).
-Ενισχύονται οι δημοσιονομικοί κανόνες λειτουργίας της και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί («Παρατηρητήριο», μειώσεις χρηματοδοτήσεων) παράλληλα με τη προσπάθεια να περιοριστεί το καθεστώς τοπικής ασυδοσίας του «Βλαχοδημαρχισμού» που δεν γίνεται πλέον ανεκτό από την ΕΕ.
-Με το «Κλεισθένη Ι» γίνεται προσπάθεια περιορισμού του «Δημαρχοκεντρικού» Δήμου μέσω νέου εκλογικού συστήματος και διαμόρφωση κλίματος συναίνεσης στην άσκηση των πολιτικών που καθορίζονται.
Η κρίση και οι δημοσιονομικά περιοριστικές πολιτικές των μνημονίων αφενός δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στην ίδια τη λειτουργία των Δήμων, στην άσκηση των βασικών αρμοδιοτήτων που τους έχουν ανατεθεί (κοινωνική πολιτική, περιβάλλον, δόμηση) και αφετέρου λειτούργησαν ως ευκαιρία για την υλοποίηση των σύγχρονων ανασυγκροτήσεων του καπιταλισμού και στη Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Στο σημείο αυτό πρέπει να λάβουμε υπόψη τις Ευρωπαϊκές τάσεις που υπάρχουν και επηρεάζουν τη κατεύθυνση στην οποία κινείται η ΤΑ.
Αναβάθμιση δήμων, υποβάθμιση υπουργείων
Η Ευρωπαϊκή τάση στη Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία επιβάλλεται με κοινοτικές οδηγίες, είναι η ανάδειξή της σε κύριο φορέα άσκησης των κρατικών πολιτικών, ταυτόχρονα με το περιορισμό των υπουργείων σε ρόλο διαμορφωτή και επόπτη των κεντρικών πολιτικών. Η λεγόμενη «πολυεπίπεδη διακυβέρνηση» στοχεύει να βάλει πιο ενεργά την Αυτοδιοίκηση στην υλοποίηση των πολιτικών της ΕΕ ακόμη και παρακάμπτοντας τα εθνικά κράτη. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει ανατεθεί στην Επιτροπή των Περιφερειών. Παρόλα αυτά δεν έχει ολοκληρωθεί στην Ελλάδα η μεταρρύθμιση της Αυτοδιοίκησης, όπως αυτή την απαιτεί η ΕΕ.
Νέος ενεργός ρόλος της Τ.Α. Είναι σημαντικό το ότι σήμερα στο χώρο της Αυτοδιοίκησης υλοποιείται εάν όχι το σύνολο, πάντως το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών που επηρεάζουν την αναπαραγωγή των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων, όπως η κοινωνική πολιτική, το περιβάλλον, η δόμηση κ.λπ. και ως εκ τούτου διαμορφώνεται σε προνομιακό χώρο για την Αριστερά που αντιμετωπίζει τα προβλήματα και τα θέματα «ολιστικά» και παλεύει για συνολική ανατροπή των κοινωνικών σχέσεων και την αλλαγή της κοινωνίας.
Η μεταφορά αρμοδιοτήτων σε τοπικό επίπεδο σημαίνει πως εντός της Τ.Α. συντίθενται διαφορετικές πολιτικές (οικονομική πολιτική, κοινωνική πολιτική, περιβάλλον, δημόσιες επενδύσεις κλπ), πολιτικές που απαιτούν συνολική αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Τοπικό κράτος ή «σοσιαλιστικές νησίδες»; Με βάση όλα τα παραπάνω πρέπει να απαντηθεί και το εξής ερώτημα: είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση το «τοπικό κράτος», το μακρύ χέρι του στις τοπικές κοινωνίες ή υπάρχει η δυνατότητα να αποτελέσει μία «σοσιαλιστική νησίδα» όπως πολλές φορές έχει αναφερθεί στο παρελθόν;
Πάντα η Τ.Α. ήταν βραχίονας του κράτους, «σοσιαλιστικές νησίδες» δεν υπήρχαν ποτέ, ούτε πρόκειται να υπάρξουν. Ο βαθμός εξάρτησης της Αυτοδιοίκησης άλλοτε ήταν μικρότερος ενώ σήμερα είναι μεγαλύτερος. Όμως η χρήση του όρου «τοπικό κράτος» περισσότερο παραπέμπει στη λογική πως η παρέμβαση της Αριστεράς στο χώρο αυτό είναι άνευ σημασίας και παρά μόνο για «πολιτική ζύμωση».
Οι παρεμβάσεις και τα όρια τους
Το δεύτερο θέμα-ερώτημα και με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, είναι εάν υπάρχουν δυνατότητες παρέμβασης της Αριστεράς και εάν ΝΑΙ, τότε ποια είναι τα περιθώρια αυτών των παρεμβάσεων.
Το σημείο εκκίνησης, για να δοθεί η απάντηση, πρέπει να είναι η παραπάνω διαπίστωση πως στο χώρο της Τ.Α. ασκούνται πλέον οι περισσότερες αρμοδιότητες του κρατικού μηχανισμού. Αυτό μπορεί αφενός να κάνει τους Δήμους κυρίως (γιατί οι Περιφέρειες είναι διαφορετική περίπτωση) «τοπικό κράτος» ταυτόχρονα όμως μεταθέτει το πεδίο διεκδίκησης και ιδεολογικής αντιπαράθεσης στο επίπεδο του Δήμου. Αυτομάτως διαμορφώνεται ένας χώρος στον οποίο η Αριστερά πρέπει να αποκαλύψει, να διεκδικήσει και ταυτόχρονα να προτείνει στη βάση της δικής της γενικότερης πρότασης, λύσεις. Στη βάση αυτών των λύσεων να πείσει και να οργανώσει τις κοινωνικές δυνάμεις που σε τοπικό επίπεδο θα αποσπάσουν αυτές τις λύσεις.
Για να πείσει και να συγκεντρώσει δυνάμεις χρειάζεται να γνωρίσει τόσο το είδος, το χαρακτήρα των προβλημάτων όσο και να συνδέσει τις αιτίες με τη γενικότερη πάλη. Ουσιαστικά η Αριστερά πρέπει να «ξαναανακαλύψει» την αξία της πάλης για τα «μικρά» προβλήματα της καθημερινότητας σαν τη βασική τροφή για την ύπαρξή της. Ο χώρος της Τ.Α. είναι προνομιακός χώρος για την Αριστερά σε αυτό το επίπεδο.
Όμως η κύρια τάση που επικράτησε τα τελευταία χρόνια είναι η υποτίμηση του χώρου της Τ.Α. από την Αριστερά και η ταυτόχρονη υποχώρηση της πολιτικής της δύναμης, σε σχέση με αυτή που είχε μεταπολιτευτικά. Η τάση αυτή δεν είναι άσχετη με τη γενικότερη υποτίμηση που έδειξε (και δείχνει) στα μικρά προβλήματα της καθημερινότητας και αυτό πάντα σε σχέση με τη μετάθεση της λύσης τους στην αλλαγή του κοινωνικού συστήματος.
Η απομάκρυνση από το χώρο αυτό είχε και έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στο κίνημα όσο και στην ίδια την Αριστερά. Η πρώτη και σημαντική επίπτωση είναι ότι ενισχύεται η ΤΙΝΑ (There Is Not Alternative) καθώς φαίνεται πως η λύση των τοπικών προβλημάτων είναι αναποτελεσματική στα σημερινά πλαίσια και μόνο η πάλη για το σοσιαλισμό μπορεί να δώσει λύσεις. Η δεύτερη σημαντική επίπτωση είναι ότι απομακρύνει την Αριστερά από τη μελέτη της σημερινής κατάστασης, τις αιτίες των προβλημάτων, γενικότερα την οδηγεί σε θεωρητική ραθυμία.
Βέβαια η πολυπλοκότητα στη σύνθεση των τοπικών προβλημάτων απαιτεί εκ μέρους των δυνάμεων της Αριστεράς πολύπλευρη αντιμετώπιση των προβλημάτων και των προτεινόμενων λύσεων. Απαιτείται σε θεωρητικό επίπεδο η συνεύρεση και από κοινού επεξεργασία των θεμάτων από ειδικούς διαφορετικών επιστημονικών αντικείμενων αλλά παράλληλα και ο εμπλουτισμός των προτάσεων με λύσεις που θα υπερβαίνουν το πλαίσιο του σημερινού συστήματος. Ταυτόχρονα με την επεξεργασία των θεμάτων απαιτείται η δοκιμασία των επεξεργασιών στην πράξη μέσω των τοπικών κινημάτων και έτσι γίνεται αναγκαία η ανάδειξη αγωνιστών στα τοπικά δημοτικά συμβούλια στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές. Οι συνθήκες σήμερα δίνουν τη δυνατότητα να συνδέονται τα μικρά προβλήματα με τα μεγάλα πολύ περισσότερο από παλαιότερα και όσο περισσότερο σκύβει κανείς στα μικρά τόσο ευκολότερα να αναδεικνύει την ανάγκη γενικότερων κοινωνικών αλλαγών.
Πρόσθετη δυσκολία για την Αριστερά είναι ότι τη πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία στο χώρο αυτό την έχουν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις και αστικές αντιλήψεις και αυτό εκφράζεται όχι μόνο σε επίπεδο άσκησης διοίκησης αλλά και σε ιδεολογικό επίπεδο.
Τελευταίο και σημαντικό. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως για την Αριστερά και ιδιαίτερα την κομμουνιστική, η αυτοδιοίκηση, η αυτοδιαχείριση είναι σύμφυτες έννοιες με τη κοινωνία την οποία οραματίζεται. Η αυτοδιοίκηση, ως γενικότερη έννοια και η πάλη για τα προβλήματα της ζωής θα είναι μια συνεχής προσπάθεια που δεν θα σταματήσει ποτέ, θα αποτελεί χώρο όχι μόνο πάλης αλλά και μελέτης για τη δομή και τη λειτουργία της νέας κοινωνίας, του κομμουνισμού.
Πηγή: .kommon.gr - 7 Ιανουαρίου 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου