Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

 Η τοξικότητα και η ταξικότητα των σεξουαλικών παρενοχλήσεων:

 ο ασκός δεν κλείνει

     Tης Αφροδίτης Παπαναστασίου

Ακόμη μία υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης στον καλλιτεχνικό χώρο είδε το φως της δημοσιότητας. Αυτή τη φορά μετά το σκάνδαλο Λιγνάδη, άλλο ένα πρόσωπο σε υψηλά ιστάμενη θέση βρίσκεται στο επίκεντρο: ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος Νίκος Νικολάου κατηγορείται για σεξουαλική παρενόχληση, ενώ μάλιστα φαίνεται πως στην υπόθεση εμπλέκεται και ανήλικο κορίτσι.

Ο ασκός του Αιόλου έχει πλέον ανοίξει και ευτυχώς δεν μπορεί να κλείσει εύκολα. 

Ζούμε πλέον μία πρωτοφανή συνθήκη για τα ελληνικά δεδομένα έπειτα από τις επώνυμες καταγγελίες γυναικών από το χώρου του αθλητισμού και της τέχνης. Το απόστημα έσπασε, η κουβέντα στην κοινωνία άνοιξε με κρότο, ένα ζήτημα που για δεκαετίες κρυβόταν επιμελώς κάτω από το χαλί από τις κυβερνήσεις, τα καθεστωτικά ΜΜΕ, το σύστημα εξουσίας, ανασύρθηκε στην επιφάνεια. Κι αυτό το οφείλουμε κυρίως στις δεκάδες γυναίκες αλλά και στα νεαρά αγόρια που βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν, να καταγγείλουν, να ακουστούν.

Οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις στο σπίτι, στο δρόμο, στους χώρους εργασίας, η κακοποίηση κι οι βιασμοί δεν είναι απλώς μία κακή αποστροφή της παρούσας συνθήκης, είναι μία καθημερινότητα για χιλιάδες γυναίκες στον κόσμο και την Ελλάδα.

Κι επιτέλους αποτραβήχτηκε κάπως ένα πέπλο σιωπής κι η συζήτηση άνοιξε με ζωντανό τρόπο στα ΜΜΕ, στους χώρους δουλειάς, στην κοινωνία. Ας σκεφτούμε μόνο πως μέχρι πολύ πρόσφατα αντιμετώπιζαν τα μίντια τα περιστατικά κακοποιήσεων, βιασμών και γυναικοκτονιών, με λεζάντες και πρωτοσέλιδα που στιγμάτιζαν και συνεπικουρούσαν στην ντροπή και την ενοχή που αισθάνονται τα θύματα, πως χάιδευαν τους θύτες με την προσωπίδα της “ζήλιας” και του “πάθους”.

Δεν είναι μόνο ο χώρος της τέχνης και του αθλητισμού βέβαια στους οποίους καταγράφονται τέτοια περιστατικά.

 Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε δύο κλάδους όπου απασχολούνται υψηλά ποσοστά γυναικών και μάλιστα χαρακτηρίζονται για τις κακές συνθήκες εργασίας, την κακοπληρωσιά, την εργοδοτική ασυδοσία, την καταπάτηση εργατικών δικαιωμάτων.

Οι κλάδοι αυτοί καταγράφουν υψηλά ποσοστά παρενοχλήσεων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δεν καταγγέλλονται, παρενοχλήσεις που πολλές φορές συμβαίνουν από τους εργοδότες, τους προϊστάμενους και τα διευθυντικά στελέχη αποτυπώνοντας με το πιο χαρακτηριστικό τρόπο τις σχέσεις εξουσίας μέσα στους χώρους δουλειάς.

Ο χώρος της υγείας είναι ένας κατ εξοχήν κλάδος αναπαραγωγής διαφόρων αντιδραστικών έμφυλων στερεοτύπων, ένας κλάδος όπου διεθνώς αλλά κι εγχώρια λαμβάνουν χώρα πολλαπλά περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης, η πλειοψηφία μάλιστα των οποίων δεν καταγγέλλεται.

Διεθνείς έρευνες καταδεικνύουν πως άνω του 50% των γυναικών νοσηλευτριών, γιατρών αλλά φοιτητριών αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν ή έχουν αντιμετωπίσει σεξουαλική παρενόχληση κάποια στιγμή στη ζωή τους στον εργασιακό τους χώρο. Ειδικά οι νοσηλεύτριες θεωρούνται από τα επαγγέλματα με τα πιο υψηλά ποσοστά σεξουαλικής παρενόχλησης είτε αυτά αφορούν λεκτική, ψυχολογική ή μέσω φυσικής επαφής παρενόχληση.

Στη χώρα μας ισχύουν τα ίδια ποσοστά: έξι στις δέκα νοσηλεύτριες που εργάζονται στο δημόσιο και το ιδιωτικό σύστημα υγείας της Ελλάδας έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής τους ζωής, ενώ τρεις στις δέκα δεν καταγγέλλουν το περιστατικό στα αρμόδια όργανα (διδακτορική έρευνα του Τομέα Οργάνωσης και Διοίκησης Ανθρώπινων Πόρων του Warwick Business School που πραγματοποιήθηκε την περίοδο Οκτώβριος 2020 – Ιανουάριος 2021). 

Η πλειονότητα των δραστών αφορά άνδρες γιατρούς με ανώτερη υπηρεσιακή θέση σε σχέση με το θύμα, ενώ σημαντικό ποσοστό αφορά και ασθενείς. Η έρευνα αναφέρει πως τα περισσότερα θύματα που κατήγγειλαν δεν είχαν την απαραίτητη στήριξη από συναδέλφους ενώ στα περισσότερα περιστατικά έλαβε χώρα εσωτερική έρευνα που δεν κατέληξε σε καμία συνέπεια για το δράστη.  

Ένας δεύτερος κλάδος στον οποίο αξίζει να σταθούμε είναι αυτός του επισιτισμού-τουρισμού. Σε πρόσφατη έρευνα αναδείχτηκε ότι το 85% των εργαζόμενων γυναικών στον κλάδο αυτόν έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση, ενώ το 77% δήλωσε ότι είναι «συχνό» ή «πολύ συχνό» φαινόμενο. Από τις δεκάδες καταγγελίες που έχουν γίνει στο Συνδικάτο Επισιτισμού - Τουρισμού Ν. Αττικής και σε επιχειρησιακά Σωματεία του κλάδου, οι εργαζόμενες έρχονται αντιμέτωπες με τη σεξουαλική βία κατά κύριο λόγο από τους εργοδότες ή από τους προϊστάμενους.

Η γυναίκα εργαζόμενη βρίσκεται πολλαπλά εκτεθειμένη στην πολύμορφη σεξιστική βία γιατί μπροστά σε μια τέτοια καταγγελία έχει ν’ αντιμετωπίσει τεράστιους σκοπέλους. 

Έχει ν’ αντιμετωπίσει πρώτα και κύρια τον κοινωνικό στιγματισμό: το βαρύ σωματικό, ψυχολογικό και κοινωνικό στίγμα που φορτώνει μία ανδροκρατούμενη κοινωνία στη γυναίκα θύμα: την περιθωριοποίηση της από το περιβάλλον της, την αντιμετώπιση της ωσάν εκείνη να το προκάλεσε, να παρεξήγησε, να υπερέβαλε.

 Έχει να αντιμετωπίσει τον εκβιασμό, την απειλή της απόλυσης, το φόβο της ανεργίας. Κι ακόμα κι αν φτάσε στο σημείο να το καταγγείλει έρχεται η γυναίκα έρχεται αντιμέτωπη με όλο το πλέγμα της αστυνομικής αυθαιρεσίας, των νομικών σκοπέλων και των οικονομικών επιβαρύνσεων που επί της ουσίας μόνο αποθαρρυντικά λειτουργούν κι όχι ενθαρρυντικά και υποστηρικτικά για μια γυναίκα να καταγγείλει ατομικά.

 Πρόκειται για δομικές ελλείψεις και μία κατεστημένη αδιαφορία από τη μεριά της πολιτείας με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων που έχουν περάσει έως τώρα. Δεν είναι μόνο η άρνηση τους να λάβουν ουσιαστικά μέτρα για την καταπολέμηση όλων αυτών των προβλημάτων, είναι κι ο πυρήνας της νεοφιλελεύθερης πολιτικής τους που έχουν συμβάλλει καθοριστικά ώστε να χειροτερέψει η θέση της γυναίκας στην ελληνικά κοινωνία τα τελευταία χρόνια. 

Αποκορύφωμα της συνειδητής κι επικίνδυνης αδιαφορίας της τωρινής κυβέρνησης της ΝΔ είναι η έλλειψη ειδικών μέτρων για την προστασία των κακοποιημένων γυναικών σε συνθήκες λοκ ντάουν, μίας περιόδου όπου καταγεγραμμένα έχει εκτοξευθεί η ενδοοικογενειακή βία.  

Η γυναίκα εργαζόμενη γίνεται σήμερα αποδέκτης με τον πιο σκληρό τρόπο της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης.

 Οι γυναίκες κατέχουν την τραγική πρωτιά στη φτώχεια, την ανεργία, τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, τη μερική απασχόληση. Η κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η πλήρης αποσάθρωση των εργασιακών σχέσεων, οι μειώσεις μισθών, η διάλυση του κράτους πρόνοιας συγκροτούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο οικονομικού καταναγκασμού για την εργαζόμενη γυναίκα το οποίο συνθλίβει τα αναπαραγωγικά της δικαιώματα, το δικαίωμα στη μητρότητα και ταυτόχρονα λειτουργεί ανασταλτικά για να καταγγελθούν, να δημοσιοποιηθούν και ν’ αντιμετωπιστούν φαινόμενα σεξιστικής βίας στους χώρους δουλειάς. 

Τι ρόλο μπορούν να παίξουν τα συνδικάτα μπροστά σ΄ αυτές τις συνθήκες, όταν μάλιστα και τα ίδια δε μπορούν να διεκδικούν τις δάφνες της καθαρότητας;

Άλλωστε οι σεξιστικές αντιλήψεις αναπαράγονται σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής.

Το παράδειγμα του ΣΕΗ και η στάση του μπροστά στις καταγγελίες δίνει ένα πολύ καλό παράδειγμα για τον τρόπο που τα συνδικάτα κι οι μαζικοί φορείς μπορούν να λειτουργήσουν για να σπάσουν οι προκαταλήψεις, να σπάσει η σιωπή γύρω από τις παρενοχλήσεις και τη βία στους χώρους δουλειάς.

Η σιγή μπορεί να σπάσει, ο φόβος μπορεί να νικηθεί, το θάρρος, η δύναμη κι η αντοχή απέναντι στις πιέσεις μπορούν να κατακτηθούν στο βαθμό που αναπτύσσεται η συλλογικότητα, η αλληλοφροντίδα, η αλληλεγγύη, η πραγματική συναδελφικότητα, στο βαθμό που χτίζεται ένα δίκτυ προστασίας ώστε κάθε γυναίκα να αισθάνεται ότι μπορεί να μιλήσει, να ακουστεί, να στηριχθεί.

Αυτόν τον κοινωνικό ρόλο χρειάζεται κι φαίνεται ότι ανοίγει ο δρόμος για να τον υπηρετήσουν και τα εργατικά σωματεία. 

Να γίνουν ασπίδα ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης και καταπάτησης των δικαιωμάτων. Ασπίδα ενάντια σε κάθε επίθεση στην αξιοπρέπεια και τη ζωή των εργαζόμενων γυναικών.

Κύτταρο διεκδίκησης ενάντια στην ανισότητα αντρών και γυναικών στους χώρους εργασίας.

Οι δυσκολίες είναι πολλές. Δεν είναι μόνο η κυρίαρχη αντιδραστική κουλτούρα και η επιρροή της στις τάξεις των εργαζομένων, είναι κι οι υπαρκτές αδυναμίες στο συνδικαλιστικό κίνημα, η χαμηλή συμμετοχή των εργαζομένων αντρών και γυναικών στα σωματεία, είναι η γενική υπονόμευση της έννοιας του συνδικαλισμού και της συλλογικότητας. Ο δρόμος όμως έχει ανοίξει, με αντιφάσεις, δυσκολίες αλλά και μεγάλες δυνατότητες ώστε να δοθεί νέα πνοή στα συνδικάτα και τη δράση τους. 

Τέλος αξίζει να επισημανθούν οι τεράστιες ευθύνες που φέρει το μιντιακό υπερκράτος για την υπάρχουσα κατάσταση. Διότι μέσα από τη σάπια κουλτούρα της εμπορευματοποίησης του γυναικείου σώματος, της σεξουαλικότητας και κατά συνέπεια της εμπορευματοποίησης των  πάντων, μέσα από τον πολιτισμό του ακραίου ανταγωνισμού, τον πολιτισμό της βίας, των αξιών του νεποτισμού και του δόγματος “ο θάνατος σου η ζωή μου”, μέσα από την αναπαραγωγή όλων των αντιδραστικών έμφυλων στερεοτύπων συνεπικούρησε και συνεπικουρεί στην διαιώνιση της γυναικείας καταπίεσης.

Ο αγώνας λοιπόν των γυναικών για κοινωνικά δικαιώματα, για ισότητα στη δουλειά, στο σπίτι, στην κοινωνία για χειραφέτηση δε μπορεί παρά να είναι δημιουργικά δεμένος με την ανάγκη για έναν πολιτισμό της ισότητας, της ουσιαστικής δημοκρατίας, της αρμονικής συνύπαρξης,έναν πολιτισμό που θα εκφράζει την ανάγκη χειραφέτησης των δυνάμεων της εργασίας που παράγουν και δημιουργούν τον πλούτο του κόσμου μας, σπάζοντας τα δεσμά της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης.

Αναδημοσίευση από το kommon.gr

 

ΠΟΛΙΤΕΣ ΤΟΥ ΒΥΡΩΝΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου