Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

Οι σπόροι που ήρθαν από την αρχαιότητα


ΦΑΚΕΣ ΕΓΚΛΟΥΒΗΣ

Ο Βασίλης Σγουρόπουλος έχει εδώ και δεκαπέντε χρόνια αφιερώσει τη ζωή του στη διάσωση της πολιτισμικής και διατροφικής παράδοσης της Εγκλουβής Λευκάδας, περιοχή από την οποία κατάγεται.

Ο Βασίλης Σγουρόπουλος έχει εδώ και δεκαπέντε χρόνια αφιερώσει τη ζωή του στη διάσωση της πολιτισμικής και διατροφικής παράδοσης της Εγκλουβής Λευκάδας, περιοχή από την οποία κατάγεται. Η περίφημη Φακή Εγκλουβής, μία από τις ελάχιστες ποικιλίες φακής από αρχέγονο σπόρο, πρόκειται να γίνει προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ), χάρη στις δικές του προσπάθειες.
Για όσους αγαπούν στοιχειωδώς την ελληνική κουζίνα, οι φακές Εγκλουβής είναι ίσως οι καλύτερες φακές στην Ελλάδα. Για τους μυημένους, οι φακές που καλλιεργούνται σε αυτήν τη μικρή γωνιά της Λευκάδας είναι ένα σπάνιο τρόφιμο, από τα πλουσιότερα όσπρια σε βιολογική αξία, με μοναδικά οργανοληπτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Τα τελευταία δέκα χρόνια, η έως τότε φθίνουσα παραγωγή έχει αρχίσει να παίρνει τα πάνω της, ενώ γίνονται συγκεκριμένες προσπάθειες για τυποποίηση του συνόλου της παραγωγής στην περιοχή, αλλά και για την κατοχύρωση του προϊόντος ως Π.Ο.Π. (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης). Πίσω από αυτήν τη σημαντική αλλαγή βρίσκεται ο Βασίλης Σγουρόπουλος, ο πρώτος άνθρωπος που έφερε αλωνιστικό μηχάνημα στην περιοχή το 2001.

«Αγόρασα και μετέφερα την πρώτη αλωνιστική μηχανή στην περιοχή, σε μια περίοδο όπου η παραγωγή διαρκώς μειωνόταν, κυρίως επειδή η παραδοσιακή διαδικασία του μαζέματος είναι εξαιρετικά κουραστική. Η μηχανή κατάφερε να ξυπνήσει στους ανθρώπους της περιοχής την επιθυμία να ασχοληθούν ξανά με τη φακή.
Σκεφτείτε πως, ενώ το 2001 η παραγωγή δεν ξεπερνούσε τους 5,5 τόνους, το 2003 κάναμε περίπου 20 τόνους παραγωγή. Σήμερα έχουμε ετήσια παραγωγή κοντά στους 60 τόνους», λέει με εμφανή ικανοποίηση, ενώ τονίζει πως η περιοχή μπορεί να φτάσει έως τους 120 τόνους, ώστε το προϊόν να βγαίνει ακέραιο, όπως σήμερα. Αυτός ο διπλασιασμός της παραγωγής εξασφαλίζει σοβαρό εισόδημα στις οικογένειες της περιοχής, πολλές από τις οποίες θα μπορούν να ζήσουν από τη συγκεκριμένη καλλιέργεια.
«Μέσα στην επόμενη δεκαετία, πιστεύω πως μπορούμε να φτάσουμε αυτά τα μεγέθη», αναφέρει, τονίζοντας πως τα τελευταία χρόνια, έχουν γυρίσει πίσω στο χωριό άνθρωποι από την πόλη. «Οταν, το 1997, έκανα την πρώτη δική μου παραγωγή με τον παραδοσιακό τρόπο, σχεδόν το σύνολο των καλλιεργητών ήταν ηλικιωμένοι. Σήμερα, υπάρχουν και αρκετοί νέοι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν τη διάθεση, την επιθυμία, αλλά και τη δυνατότητα να καταλάβουν πως αυτό που έχουμε εδώ είναι κάτι μοναδικό», τονίζει.
Η σφραγίδα του αυθεντικού
Με δεδομένο πως πρόκειται για ένα διάσημο και ακριβό προϊόν το οποίο, μέχρι πρόσφατα, λόγω της μικρής παραγωγής, δεν ήταν εύκολο να το βρει κάποιος, είναι αυτονόητη η ερώτηση για το πώς ξεχωρίζει η αυθεντική Φακή Εγκλουβής. «Το κλειδί είναι η ανομοιομορφία. Οπτικά, σε μια χούφτα προϊόντος, πρέπει το βασικό χρώμα της φακής να είναι καφετί, αλλά να βρούμε και πολλές μαύρες φακές, καθώς και φακές με μαύρα και σκούρα καφέ στίγματα πάνω τους. Επίσης, πρέπει να είναι μικρόσπορες και να υπάρχουν και ωχροκίτρινες φακές σε ποσοστό 10% με 20%», μας απαντά, τονίζοντας πως το βασικό τεστ είναι ο βρασμός και η γεύση.




«Οι Φακές Εγκλουβής είναι ευκολόβραστες και όταν μαγειρευτούν, μυρίζουν θαυμάσια! Μια φορά αν έχεις φάει, δεν υπάρχει περίπτωση να κάνεις λάθος μετά». Στο σημείο αυτό, εξηγεί πως η τυποποίηση σε κενό αέρος, την οποία ο ίδιος ακολουθεί και κερδίζει διαρκώς έδαφος ανάμεσα στους καλλιεργητές της περιοχής, εκτός από την υγιεινή, διασφαλίζει και την ανόθευτη διάθεση του προϊόντος, προστατεύοντας πολλαπλώς τον καταναλωτή.
«Η φακή φεύγει από εμάς στα 10 ευρώ το κιλό, και στη λιανική πωλείται 18, 19 ως και 22 ευρώ το κιλό. Τα περιστατικά νοθείας είναι μετρημένα, αλλά με την τυποποίηση θα τα εξαλείψουμε εντελώς», τονίζει, εξηγώντας παράλληλα πως οι καλλιεργητές της περιοχής είναι αυστηρότατοι στον σπόρο που χρησιμοποιούν, διασφαλίζοντας στο μέγιστο την καθαρότητα αυτής της ιδιαίτερης παραγωγής.
Ομως, δεν είναι μόνο η φακή. Ρόβι, μπίζα, στάρι, μαυραγάνι, γκρινιάρι είναι όλα παραδοσιακές καλλιέργειες της περιοχής, όσπρια μη τροποποιημένα, με αρχέγονο γενετικό υλικό. Οχι τόσο διάσημα όσο η φακή, αλλά εξίσου νόστιμα, τα όσπρια της περιοχής αποτελούν, σύμφωνα με τον κ. Σγουρόπουλο, το δυνατό της χαρτί, κυρίως σε εποχές κρίσης.
«Η πρωτογενής παραγωγή, και μάλιστα με σπόρους και ποικιλίες ελληνικές, είναι πραγματικό χρυσάφι στα χέρια μας. Ευτυχώς, έχουμε κάνει πολύ δρόμο. Σκεφτείτε πως το 1967, το οροπέδιο δεν είχε καν δρόμους! Μόλις το 1986 ήρθε το πρώτο τρακτέρ στην περιοχή. Μέσα σε δέκα χρόνια έχουν γίνει πολλά, και είναι σαφές πού πρέπει να πάνε τα πράγματα. Δεν ακολουθούν όλοι με την ίδια ταχύτητα ή την ίδια διάθεση, είναι αναμενόμενο, αλλά τα πράγματα είμαι σίγουρος πως θα πάνε στη σωστή κατεύθυνση.
Εχει ήδη ξεκινήσει η διαδικασία για να πάρει πιστοποιητικό Π.Ο.Π. η Φακή Εγκλουβής -χρειάζονται τρία χρόνια- και μόλις έχει ολοκληρωθεί ο πρώτος χρόνος. Τον Φλεβάρη θα πάρουμε κωδικό από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Παρά τις ενστάσεις και τα διάφορα προβλήματα, αυτή η κίνηση είναι, νομίζω, καθοριστική για να σωθεί το προϊόν από τη γενετική διάβρωση, τον βασικό κίνδυνο που το απειλεί», αναφέρει, για να καταλήξει: «Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους πως το κοινό συμφέρον βρίσκεται στην αξιοποίηση της αυθεντικότητας. Από αυτήν κερδίζουμε όλοι στο τέλος».
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ
Από μικρός στο χωράφι
«Πρωτομάζεψα φακή τεσσάρων ετών, μαζί με τον παππού μου, το 1964. Εκείνος πέθανε το 1996. Οταν πήγα στο χωριό, αναγκάστηκα να αγοράσω φακή από έναν γείτονα. Εκείνος μου είπε «Αγοράζεις από μένα δική σου φακή», εννοώντας πως προέρχεται από το χωράφι της οικογένειάς μου, το οποίο νοίκιαζε.
Αυτή η κουβέντα με προβλημάτισε, και, από τον επόμενο χρόνο, μπήκα στη διαδικασία να κάνω παραγωγή, την πρώτη χρονιά, μάλιστα, με τον παραδοσιακό, χειρωνακτικό τρόπο. Παρά τις δυσκολίες, δεν έχω μετανιώσει στιγμή γι' αυτά τα δεκαπέντε χρόνια διαρκούς ενασχόλησης. Μακάρι να ακολουθήσουν και τα παιδιά μου».
  • Tο 1997, όταν έκανα την πρώτη μου παραγωγή, σχεδόν το σύνολο των καλλιεργητών ήταν ηλικιωμένοι. Σήμερα, υπάρχουν αρκετοί νέοι που έχουν διάθεση να καταλάβουν πως έχουμε κάτι μοναδικό».
ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ ΒΟΝΤΑ
haritomeniv@gmail.com

ΦΩTOΓΡAΦIΕΣ: ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
www.angelosgiotopoulos.com
Ανάρτηση από :http://www.ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου