Αναδημοσίευση από εδώ.
Από αριστερά: Φρίντριχ Χάγιεκ, Τζον
Μέιναρντ Κέινς και Γιόζεφ Σουμπέτερ
|Wikipedia/CreativeProtagon
Οι σημερινοί επαγγελματίες δεν έχουν μελετήσει σχεδόν τίποτα πέρα από τα οικονομικά. Δεν διαβάζουν καν τους κλασικούς της δικής τους επιστήμης. Η οικονομική ιστορία γίνεται κυρίως γνωστή, αν όχι καθ΄ ολοκληρία, από σύνολα δεδομένων
ΛΟΝΔΙΝΟ – Ας είμαστε ειλικρινείς, κανείς δεν ξέρει τι συμβαίνει στην παγκόσμια οικονομία σήμερα. Η ανάκαμψη από την κατάρρευση του 2008 υπήρξε απροσδόκητα αργή. Είμαστε στον δρόμο για την πλήρη εξυγίανση ή βυθισμένοι σε «παγκόσμια στασιμότητα»; Τελικά, η παγκοσμιοποίηση έρχεται ή φεύγει;
Αυτοί που χαράζουν πολιτική δεν ξέρουν τι να κάνουν. Πιέζουν τα συνηθισμένα κουμπιά ή ακόμη και τα αυτά που δεν συνηθίζονται, αλλά τίποτε δεν συμβαίνει. Η ποσοτική χαλάρωση υποτίθεται ότι θα έφερνε τον πληθωρισμό «πίσω στο στόχο», αλλά δεν τον έφερε. Η δημοσιονομική συστολή έπρεπε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη. Δεν το έκανε. Τον Δεκέμβριο, ο Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνι έκανε μια ομιλία με τίτλο «Το φάντασμα του μονεταρισμού». Εννοείται ότι ο μονεταρισμός υποτίθεται πως θα μας έσωζε από το φάντασμα του κεϊνσιανισμού!
Με τα μακροοικονομικά εργαλεία σχεδόν άχρηστα, η προεπιλεγμένη θέση είναι οι «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Όμως κανείς δεν συμφωνεί τι σημαίνουν αυτές. Στο μεταξύ, εκκεντρικοί ηγέτες χειραγωγούν δυσαρεστημένους ψηφοφόρους. Οι οικονομίες, όπως φαίνεται, έχουν ξεφύγει παντελώς από την αντιληπτική ικανότητα εκείνων που υποτίθεται ότι τις διαχειρίζονται με την πολιτική.
Πριν από το 2008, οι ειδικοί πίστευαν ότι είχαν τα πράγματα υπό έλεγχο. Βεβαίως υπήρχε μια «φούσκα» στην αγορά κατοικίας, είχε δηλώσει το 2005 η σημερινή πρόεδρος της Fed Τζάνετ Γέλλεν, αλλά δεν φαινόταν να είναι κάτι χειρότερο από μια «τρύπα στο δρόμο».
Γιατί, λοιπόν, χάνουν τον μπούσουλα; Αυτό ακριβώς το ερώτημα έθεσε η Βασίλισσα Ελισάβετ της Βρετανίας σε μια ομάδα οικονομολόγων το 2008. Οι περισσότεροι από αυτούς ένιψαν τα χείρας τους. Ήταν «μια αποτυχία της συλλογικής φαντασίωσης πολλών έξυπνων ανθρώπων», εξήγησαν.
Πάντως μερικοί οικονομολόγοι υποστήριξαν μια μειοψηφούσα -και πολύ περισσότερο καταδικαστική- ετυμηγορία, η οποία επικεντρώθηκε στην αποτυχία της οικονομικής παιδείας. Οι περισσότεροι φοιτητές οικονομικών δεν υποχρεούνται να μελετήσουν ψυχολογία, φιλοσοφία, ιστορία ή πολιτική. Είναι υπερτροφοδοτημένοι με οικονομικά μοντέλα που στηρίζονται σε εξωπραγματικές υποθέσεις και έχουν δοκιμαστεί για την ικανότητά τους στην επίλυση μαθηματικών εξισώσεων. Ποτέ δεν τους δίνονται τα διανοητικά εργαλεία για να κατανοήσουν την όλη εικόνα.
Αυτό μας φέρνει πίσω στον Τζον Στιούαρτ Μιλ, τον μεγάλο οικονομολόγο και φιλόσοφο του 19ου αιώνα, ο οποίος πίστευε ότι κανείς δεν μπορεί να είναι ένας καλός οικονομολόγος, αν είναι απλά και μόνο ένας οικονομολόγος. Για να είμαστε ειλικρινείς, τα περισσότερα ακαδημαϊκά πεδία έχουν γίνει πολύ εξειδικευμένα από την εποχή του Μιλ· και μετά την απαξίωση της θεολογίας, κανένα πεδίο μελέτης δεν έχει ως στόχο να κατανοήσει την ανθρώπινη κατάσταση συνολικά. Πάντως, κανένας άλλος κλάδος έρευνας της ανθρώπινης συμπεριφοράς δεν επέλεξε να αποκοπεί από το σύνολο, ακόμη και από τις άλλες κοινωνικές επιστήμες, τόσο ριζικά όσο τα οικονομικά.
Αυτό δεν είναι λόγω του αντικειμένου της οικονομικής επιστήμης. Αντιθέτως, η προσπάθεια να κερδίζει κανείς τα προς το ζην εξακολουθεί να γεμίζει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής και της σκέψης μας. Τα οικονομικά, δηλαδή το πώς λειτουργούν οι αγορές, γιατί μερικές φορές καταρρέουν, πώς να εκτιμηθεί σωστά το κόστος μιας δουλειάς, θα έπρεπε να είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για τους περισσότερους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, το πεδίο αυτό απωθεί τους πάντες, εκτός από τους γνώστες των ευφάνταστων επίσημων οικονομικών μοντέλων.
Αυτό δεν οφείλεται στο ότι τα οικονομικά επιβραβεύουν τα λογικά επιχειρήματα που αποτελούν απαραίτητο στοιχείο για τον έλεγχο των εσφαλμένων συλλογισμών. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι τα οικονομικά έχουν αποκοπεί από την κοινή κατανόηση του πώς λειτουργούν τα πράγματα, ή θα πρέπει να λειτουργούν. Οι οικονομολόγοι ισχυρίζονται ότι κάνουν ακριβές ότι είναι ασαφές και είναι πεπεισμένοι ότι τα οικονομικά είναι ανώτερα από όλες τις άλλες επιστήμες, επειδή η αντικειμενικότητα του χρήματος επιτρέπει να μετρηθούν με ακρίβεια οι ιστορικές δυναμικές και όχι κατά προσέγγιση.
Δεν αποτελεί συνεπώς έκπληξη που η εικόνα των οικονομολόγων για την οικονομία είναι η εικόνα μιας μηχανής. Ο διάσημος αμερικανός οικονομολόγος Ιρβιν Φίσερ κατασκεύασε πράγματι μία περίτεχνη υδραυλική μηχανή με αντλίες και μοχλούς, επιτρέποντάς του να καταδείξει οπτικά πώς η ισορροπία των τιμών στην αγορά προσαρμόζεται ανάλογα με τις μεταβολές της προσφοράς ή της ζήτησης.
Αν πιστεύετε ότι οι οικονομίες είναι σαν τις μηχανές, τότε φαίνεται ότι βλέπετε τα οικονομικά προβλήματα ουσιαστικά σαν μαθηματικά προβλήματα. Η αποτελεσματική κατάσταση της οικονομίας, η γενική ισορροπία, είναι μια λύση σε ένα σύστημα ταυτόχρονων εξισώσεων. Οι αποκλίσεις από την ισορροπία αποτελούν «τριβές» ή απλώς «τρύπες του δρόμου»·η κάλυψή τους είναι προκαθορισμένη και βέλτιστη. Δυστυχώς, οι τριβές που διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία της οικονομικής μηχανής είναι οι άνθρωποι. Συνεπώς, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί οι οικονομολόγοι που έχουν εκπαιδευτεί με αυτόν τον τρόπο είχαν παρασυρθεί από οικονομικά μοντέλα που άφηναν να εννοηθεί ότι οι τράπεζες είχαν εξαλείψει εικονικά κάθε κίνδυνο.
Οι καλοί οικονομολόγοι ήξεραν πάντα ότι αυτή η μέθοδος έχει σοβαρούς περιορισμούς. Χρησιμοποιούν την επιστήμη τους ως ένα είδος διανοητικής υγιεινής για την προστασία από εξόφθαλμα λάθη της σκέψης. Ο Τζον Μέιναρντ Κέινς προειδοποιούσε τους φοιτητές του να μην προσπαθούν να προσδιορίσουν τα πάντα με ακρίβεια. Δεν υπάρχει κανένα επίσημο μοντέλο στο σπουδαίο βιβλίο του Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, των Τόκων και του Χρήματος. Επέλεξε να αφήσει τη μαθηματική τυποποίηση σε άλλους, γιατί ήθελε οι αναγνώστες του (οι συνάδελφοι οικονομολόγοι, όχι το ευρύ κοινό) να πιάσουν την «αίσθηση» του τι έλεγε.
Ο Γιόζεφ Σουμπέτερ και ο Φρίντριχ Χάγιεκ, οι δύο πιο διάσημοι αυστριακοί οικονομολόγοι του περασμένου αιώνα, επιτέθηκαν επίσης στην αντίληψη της οικονομίας σαν μηχανή. Ο Σουμπέτερ υποστήριξε ότι μια καπιταλιστική οικονομία αναπτύσσεται μέσα από αδιάκοπη καταστροφή των παλαιών σχέσεων. Για τον Χάγιεκ, η μαγεία της αγοράς δεν είναι ότι αποτελεί ένα σύστημα γενικής ισορροπίας, αλλά ότι συντονίζει τις ανόμοια σχέδια αμέτρητων ατόμων σε έναν κόσμο όπου η γνώση διαχέεται.
Αυτό που ενώνει τους μεγάλους οικονομολόγους και πολλούς άλλους καλούς επιστήμονες του κλάδου είναι μια ευρεία παιδεία και η αντίληψη. Έτσι έχουν πρόσβαση σε πολύ διαφορετικούς τρόπους κατανόησης της οικονομίας. Οι γίγαντες των προηγούμενων γενεών είχαν πολλές γνώσεις πέρα από την οικονομία. Ο Κέινς πήρε πτυχίο στα μαθηματικά, αλλά ήταν διαποτισμένος από τους κλασικούς και σπούδασε οικονομικά για λιγότερο από ένα χρόνο πριν αρχίσει να τα διδάσκει. Ο Σουμπέτερ πήρε το διδακτορικό του στο Δίκαιο και ο Χάγιεκ στο Δίκαιο και στις Πολιτικές Επιστήμες, ενώ ο ίδιος σπούδασε φιλοσοφία, ψυχολογία και ανατομία του εγκεφάλου.
Οι σημερινοί επαγγελματίες οικονομολόγοι, αντίθετα, δεν έχουν μελετήσει σχεδόν τίποτα πέρα από τα οικονομικά. Δεν διαβάζουν καν τους κλασικούς της δικής τους επιστήμης. Η οικονομική ιστορία γίνεται κυρίως γνωστή, αν όχι καθ΄ ολοκληρία, από σύνολα δεδομένων. Η φιλοσοφία, η οποία θα μπορούσε να τους διδάξει τα όρια της οικονομικής μεθόδου, αποτελεί κλειστό βιβλίο. Τα μαθηματικά, απαιτητικά και σαγηνευτικά, έχουν μονοπωλήσει τους διανοητικούς τους ορίζοντες. Τελικά , οι οικονομολόγοι είναι οι ηλίθιοι σοφοί της εποχής μας.
ΠΗΓΗ: project-syndicate.org
*Ο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Warwick, συγγραφέας μιας τρίτομης βιογραφίας του Τζον Μέιναρντ Κέινς και μέλος της βρετανικής Βουλής των Λόρδων. Ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα στο Εργατικό Κόμμα.
Πηγή: protagon.gr - 7 Ιανουαρίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου