Ο καπιταλισμός δεν θέλει και πλέον ούτε μπορεί να διαχειριστεί, αντικειμενικά, υπέρ του τις τραγικές συνέπειες της κρίσης του
Γράφει ο Γρηγόρης Τραγγανίδας - Kοινωνία + Κινήματα, Πολιτική + Οικονομία
Μπορεί χθες το γαλλικό κοινοβούλιο να απέρριψε, όπως αναμενόταν, την πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Μανουέλ Βαλς, η οποία κατατέθηκε από την συντηρητική αντιπολίτευση, λόγω της απόφασης να επιβάλλει με διάταγμα, αντί μέσω κοινοβουλευτικής διαδικασίας, την άλωση των εργασιακών σχέσεων με «όχημα» το σχετικό νομοσχέδιο, αλλά το μόνο που «κατάφερε» είναι να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο την οργή της γαλλικής εργατικής τάξης και των παιδιών της, που ξεχύθηκαν για μια ακόμη φορά να διαδηλώσουν στους δρόμους.
Μένει να δούμε αν και πώς αυτή η οργή θα αποκτήσει ακόμη πιο συγκεκριμένα, οργανωμένα, ταξικά, κινηματικά χαρακτηριστικά, στην κατεύθυνση της ανοιχτής αμφισβήτησης της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας των αστών.
Ουσιαστικά, η απόρριψη της πρότασης μομφής – 246 βουλευτές ψήφισαν «ναι» στην πρόταση αλλά για να περάσει χρειαζόταν 288 ψήφους – σημαίνει την «αυτόματη» υιοθέτηση του νομοσχεδίου, κάτι που έχει προκαλέσει αντιδράσεις και στο εσωτερικό του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αυτή ήταν και η αφορμή για την απόφαση του Ολάντ να προχωρήσει στην «παράκαμψη» της βουλής, ώστε να μην έχει πιθανές, δυσάρεστες, για τον ίδιο, εκπλήξεις.
Ο πραγματικός λόγος όμως είναι, ότι όσο βαθαίνει η καπιταλιστική κρίση, τόσο η αστική δημοκρατία αδυνατεί να διαχειριστεί, πολιτικά και προς όφελός της, τις συνέπειές της σε βάρος των εκμεταλλευομένων. Έτσι, τα θεσμικά «εργαλεία» του αστικού κοινοβουλευτισμού, όπως τα διατάγματα, οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου κλπ, τα οποία έχουν δημιουργηθεί – ως μια ακόμη έκφραση της γνωστής, αξιοσημείωτης προνοητικότητας και ισχυρού ταξικού ενστίκτου επιβίωσης του κεφαλαίου – τίθενται σε «αυτόματη εφαρμογή, όχι μόνο στην «μνημονιακή» Ελλάδα, αλλά και σε έναν από τους ισχυρούς πυλώνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Γαλλία.
Για την ιστορία, όπως μεταδίδουν τα ΜΜΕ, μόνο μια φορά έχει εγκριθεί πρόταση μομφής από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση κατά της κυβέρνησης. Ηταν το 1962 και οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης του Ζορζ Πομπιντού.
Επιβεβαιώνοντας μια παλιά διαπίστωση ενός αστού οικονομολόγου ότι ο καπιταλισμός ξεπερνά μεν τις κρίσεις του, αλλά με κάθε φορά μεγαλύτερο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό κόστος, η δομικά συστημική οικονομική κρίση εξακολουθεί να χτυπά όλους του ευρωπαϊκούς λαούς.
Οι εξώσεις από τα σπίτια των λαϊκών οικογενειών δεν είναι πρόβλημα μόνο της Ισπανίας, αλλά και της Ιταλίας. Χθες χιλιάδες κόσμος διαδήλωσε στην πλατεία του δημαρχείου της Ρώμης απαιτώντας «Σπίτια – Δουλειά – Αξιοπρέπεια», αντιδρώντας στο διογκούμενο κύμα των εξώσεων και των πανάκριβων ενοικίων.
Η ιταλική αστυνομία χτύπησε την διαδήλωση κάνοντας χρήση γκλομπ αλλά και πυροσβεστικών αντλιών.
Τί γίνεται όμως… με τα «οικονομικά θαύματα» χωρών όπως η Πορτογαλία που «βγήκε από τα μνημόνια» και τώρα ο λαός της υποτίθεται ότι «απολαμβάνει» τα αποτελέσματα των κόπων του;
Σχετικό ρεπορτάζ της Deutsche Welle αναφέρει, ότι «η χαλάρωση της λιτότητας προκαλεί νευρικότητα στις αγορές και φόβους για αναζωπύρωση της κρίσης».
«Η κατάσταση σήμερα» αναφέρει η DW «είναι κάθε άλλο παρά καθησυχαστική. Ενδεικτική είναι η ανακούφιση που προκάλεσε στο τέλος Απριλίου η απόφαση του καναδικού οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας DBRS να διατηρήσει το αξιόχρεο της Πορτογαλίας πάνω από το επίπεδο των “σκουπιδιών”. Ο συγκεκριμένος οίκος αξιολόγησης είναι και ο τελευταίος των “μεγάλων” που δεν έχει υποβαθμίσει ακόμη την Πορτογαλία. Σε περίπτωση που αναθεωρήσει τη στάση του η Πορτογαλία θα έχανε την πρόσβασή της στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ. “Αυτό θα εξαπέλυε μια νέα μεγάλη ευρωκρίση”, προειδοποίησε ο αρθρογράφος του οικονομικού πρακτορείου Bloomberg Μάρκ Γκίλμπερτ.
»Αυτό που «ενοχλεί» τον Πάσους Κοέλιο (σσ. ο πρώην συντηρητικός πρωθυπουργός), τον οίκο αξιολόγησης DBRS και ορισμένους επικεφαλής ευρωπαϊκών κυβερνήσεων είναι η απόκλιση από την πολιτική της λιτότητας. Ο νέος πρωθυπουργός μείωσε μεταξύ άλλων τον ΦΠΑ στην εστίαση, αυξάνοντας παράλληλα επιδόματα, επιδοτήσεις και τον κατώτατο μισθό, ενώ ακύρωσε τις περικοπές στα εισοδήματα των δημοσίων υπαλλήλων. Παρόλα αυτά η Λισαβόνα δεσμεύεται να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα από 4,4% πέρσι στο 2,2% το 2016 και 1,4% το 2017. Μάλιστα, το “Πρόγραμμα Σταθερότητας 2016-2020” προβλέπει για το 2020 κάτι πρωτόγνωρο για την Πορτογαλία: καμία περαιτέρω διόγκωση του χρέους. Αυτό σχεδιάζεται να επιτευχθεί μέσω οικονομικής ανάπτυξης, συρρίκνωσης του κρατικού μηχανισμού και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της κοινωνικής απάτης. Κι ενώ ο πρωθυπουργός Κόστα υπόσχεται στις Βρυξέλλες δημοσιονομική πειθαρχία, εντός των συνόρων δεν διστάζει να δεσμεύεται απέναντι στις αριστερές πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν την κυβέρνηση μειοψηφίας του ότι η χαλάρωση της σκληρής λιτότητας θα συνεχιστεί με συνέπεια. (…)».
Τα παραπάνω τεκμηριώνουν την γενική διαπίστωση, ότι, στην πραγματικότητα, τα μέτρα που λαμβάνονται παντού με αφορμή την κρίση, αποτελούν διαχρονικούς στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου (βλέπε ΕΔΩ και ΕΔΩ πώς εκφράζεται αυτό στην Κοινωνική Ασφάλιση) το οποίο δεν είναι καθόλου πρόθυμο να διαπραγματευθεί πλέον ούτε καν «κεϋνσιανικού» τύπου «παραχωρήσεις», όπως αυτές με τις οποίες εξακολουθούν να «παραμυθιάζουν» τους λαούς τμήματα της «αριστερής» σοσιαλδημοκρατίας, σε μια προσπάθεια χειραγώγησης κάθε διαδικασίας ταξική αφύπνισης του κόσμου της μισθωτής δουλειάς.
Πηγή: toperiodiko.gr - 13 Μαίου 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου